Μαρτυρίες για την ημέρα της Απελευθέρωσης στην Αθήνα

12 Οκτωβρίου 1944

Μαρτυρίες

Μπήκα άθελά μου στο ρυθμό που επικρατούσε γύρω μου. Τι κάναμε δηλαδή; Μα απλό πράγμα: χαιρόμαστε και δεν ξέραμε πως να εκφράσουμε τον ενθουσιασμό μας […] Κάποια στιγμή σταμάτησε ο θόρυβος. Ποιος έδωσε το σύνθημα; Ακίνητοι ψάλλουμε τον Εθνικό Ύμνο. Τρεμάμενες από τη συγκίνηση φωνές. Συμφωνία μέσα στην παραφωνία […] Κι έπειτα πάλι πανζουρλισμός […] Η παρέλαση συνεχίζεται. Η αποθέωση του αυθορμητισμού. Να ρωτήσω κάποιον τι αισθανότανε; […] Ήμουνα βέβαιος για την απάντηση: θα έψαχνε να σκεφθεί, να δώσει μια συγκεκριμένη απάντηση. Θα ερευνούσε. Η απάντηση όμως θα ήτανε: Τίποτα […] Αυτό το τίποτα, τα έλεγε όλα […] Τίποτε λοιπόν! Τώρα μας ενδιαφέρει να ζήσουμε τη μεγάλη μέρα. Κώστας Παράσχος, Η απελευθέρωση, Αθήνα 1983.

Η πρώτη μέρα της λευτεριάς είναι ένα μεγάλο ποτάμι. Βλέπεις στους δρόμους και στις πλατείες της Αθήνας μια φουρτουνιασμένη ανθρωποθάλασσα, που όλο και μεγαλώνει όλο και πλαταίνει και γεμίζει την πόλη με τη βουή μιας δύναμης, που θέλει να ξεσπάσει, ν’ αλαφρώσει από την οργή που πολύ την έχει βασανίσει, να γίνει παντού κυρίαρχη και να μη βρίσκει πουθενά εμπόδια […]. Όλοι και όλα νιώθεις πως κάποια ετοιμασία κάνουν. Κι αν στήσεις μ’ επιμονή αυτί, ακούσ, ξεχωρίζεις τα βήματα μιας νέας ζωής, που έρχεται με καλπασμό. Ωστόσο, όσο και αν προσπαθείς δεν καταφέρνεις να καταλάβεις και να πεις αν είναι φιλικά τα βήματα που ακούς, αν η ευτυχία που πρέπει πια ναρθεί ή η Δευτέρα Παρουσία, η ώρα που θα γίνει η μεγάλη Κρίση επειτ’ από τα βάσανα που πέρασε ένας ολόκληρος λαός, η χώρα όλη, ο κόσμος όλος.
Πέτρος Χάρης Ημέρες Οργής, Αθήνα 1979.

Αλλά η πρωτεύουσα, όταν την άφησαν οι Γερμανοί, είχε κατά τα τρία τέταρτα ελευθερωθεί από τους αντάρτες. Ο πληθυσμός μέσα σ’ ένα παραλήρημα γιόρταζε κιόλας την απελευθέρωσή του, ενώ οι αγωνιστες του ΕΛΑΣ έχυναν ακόμα το αίμα τους σε επιχειρήσεις οπισθοφυλακής με τον εχθρό, γύρω από τις δεξαμενές καθαρισμού της Εταιρείας Υδάτων, γύρω από τα λιμενικά έργα στον Πειραιά, γύρω από το ηλεκτρικό εργοστάσιο, πολεμώντας και πεθαίνοντας για να σώσουν από τις καταστροφές των ναζί τα πιο πολύτιμα αγαθά για το λαό της Αθήνας και του Πειραιά.
Αυτή ήταν η Αθήνα στη μάχη της κατά του εχθρού. Αυτή η μεγάλη και γενναιόψυχη Αθήνα που έδωσε, χωρίς να υπολογίζει τις προσπάθειες, τον πλούτο της, τα νιάτα και το αίμα της… […]
Κι όλα αυτά με το χαμόγελο, με κέφι, με τραγούδια – γιατί η Αντίσταση στην Αθήνα είχε μέσα στον ηρωισμό της το μεγαλείο να είναι χαρούμενη, να έχει χιούμορ και να τραγουδά πάντα. «Πολεμάμε και τραγουδάμε» ήταν το έμβλημα των νέων της ΕΠΟΝ.
Ροζέ Μιλλιέξ, Ημερολόγιο και μαρτυρίες του πολέμου και της κατοχής, Αθήνα 1982.

Θε μου τι ανείπωτη χαρά, τι ικανοποίηση, τι περιφάνεια, να σεργιανάς την Κόκκινη Σημαία μας ύστερα από χρόνων καταφρόνια και κατατρεγμό, που μόνο «τους μάρτυρές μας σκέπαζε κατά γης» αναρτημένη μπροστά στο αυτοκίνητο να κυματίζει περήφανα μέσα στην καρδιά της Πρωτεύουσας.
Καίτη Ζεύγου, Με τον Γιάννη Ζέβγο στο επαναστατικό κίνημα, Αθήνα 1980.

Στο Πανεπιστήμιο τι γίνεται; Πηγαίνομε στο κεντρικό κτίριο, φτάνομε ως τα Προπύλαια. Η ΕΠΟΝ κυριαρχεί. Έχουν καταλάβει την Αίθουσα Τελετών, εκφωνούν λόγους. Μας προτείνουνε να μπούμε να μιλήσομε με τη σειρά μας, κάπως σαν φιλοξενούμενοι που μας κάνουν παραχώρηση. Αρνιόμαστε και φεύγομε. Η νύχτα της μέρας εκείνης βρήκε τον κόσμο των σπουδαστών να κρατάει τις αποστάσεις του. Εμείς στο Πολυτεχνείο. Εκείνοι στο Πανεπιστήμιο. Δεν αισθανόμασταν εχθρικοί, αλλά μέναμε χωρισμένοι.
Αναστάσης Πεπονής, Προσωπική μαρτυρία, Αθήνα 2001.

Εις το ξενοδοχείον Εξέλσιορ παρά τη Ομονοία είχεν εγκατασταθή η Τροχαία και είχεν αναρτήσει την ελληνικήν, την αγγλική και την αμερικανικήν σημαίαν. «Και την ρωσσικήν, και την ρωσσικήν», εκραύγαζε το πλήθος. Ευρέθη μία τουρκική επί της οποίας εκάλυψαν την ημισέλινον διά προσθέτου σφυροδρεπάνου και τοιουτοτρόπως ικανοποιήθη η λαϊκή αξίωσις.
Σταύρος Καλογιάννης, Οι Έλληνες κατά την Κατοχήν, Αθήνα χ.χ.

Σχηματίσθηκε αυθόρμητα εκείνο το ίδιο πρωί μια τεράστια πανηγυρική διαδήλωση, που έπιανε συνωστισμένη όλο το πλάτος της οδού Σταδίου και γινόταν μεγαλύτερη από τον κόσμο που ολοένα έφθανε για το μεγάλο γεγονός, από τα προάστια και τα χωριά των Μεσογείων και με λιγοστά φορτηγά και γκαζοζέν αυτοκίνητα ιδίως όμως με αραμπάδες. […] Το χαρωπό αυτό πλήθος ήτανε ανάμικτος λαός, καθαρός λαός, άσχετα από πολιτικά φρονήματα. Ήταν και πολλοί δεξιοί και πολλοί κεντρώοι και πολλοί αριστεροί. Σε πανζουρλισμό χαράς, τραγουδιών, ιαχών με κάθε λογής σημαίες και λάβαρα, με διάφορα συνθήματα, η βοερή αυτή ανθρωποθάλασσα με αφετηρία την οδο Σταδίου από την Ομόνοια τράβηξε προς το Σύνταγμα, ανέβηκε και στάθηκε για προσκύνημα στον τάφο του Άγνωστου Στρατιώτη κι κείθε εκινήθηκε από την Πανεπιστημίου για την Ομόνοια. Παρακολούθησα τη διαδήλωση από το Αρσάκειο, όπου η Εισαγγελία που υπηρετούσα, κι από εκεί που πιάνει και τη Σταδίου και την Πανεπιστημίου ευφράνθηκα το πρωτοφανές εκείνο θέαμα, το ξέσπασμα και τη φρενίτιδα της ομαδικής αληθινής χαράς για την απελευθέρωση.
Παύλος Δελαπόρτας, Το λιθάρι του Σισύφου, Αθήνα 1981.

 

Πρωτοσέλιδα

12οκτωβρίου-Απελευθερωτης

Σε κάθε γωνιά βουίζουν τα χωνιά (…). Ανεβασμένοι στ” αυτοκίνητα ρίχνουν οι ΕΑΜίτες τα συνθήματα που τ” αρπάζει με μια φωνή ο κόσμος και τα κάνει βουή και σάλπισμα για να φτάσουν απ” άκρη σ” άκρη της Ελλάδας: Κανένα άσυλο στους προδότες! Λευτεριά- Λαοκρατία!
Ριζοσπάστης, όργανο της Κ.Ε. του ΚΚΕ, 12 Οκτωβρίου 1944

Και οι φωνές, οι ζητωκραυγές γεμίζουν την ατμόσφαιρα. Σαν σαστισμένος είναι λίγο ο κόσμος, μουδιασμένος από την πολύχρονη δουλεία. Δεν ξέρει αν είναι αλήθεια, αν είναι πραγματικότητα αυτό που βλέπει -σημαίες πελώριες να υψώνουνται στα καταστήματα και στα σπίτια, εφημερίδες του ΕΑΜ και των άλλων οργανώσεων να μοιράζονται, μαζί και προκηρύξεις, γυρίζει, βλέπει μην είναι πίσω του ακόμα ο Γερμανός, ο Χίτης. Αλλά να η πραγματικότητα: από τη γωνιά Αριστείδου και Πεσματζόγλου έρχεται μια μικρή ένοπλη ομάδα νέων της ΕΠΟΝ. Με το αυτόματο στο χέρι προχωρεί και πίσω της στη σειρά οι άλλοι νέοι […] με διεύθυνση το Πανεπιστήμιο.
Απελευθερωτής, όργανο της Κ.Ε. του ΕΑΜ, 12 Οκτωβρίου 1944

Οκτώ χρόνια τυραννίας και τρομοκρατίας, οκτώ χρόνια φασισμού, ντόπιου και ξένου, οκτώ χρόνια αίματος, πόνου, αλλά και ψυχικής έξαρσης, ηρωισμού και θυσίας κλείσανε χτες. Η χαρά της Λευτεριάς που μας δονεί είναι δίκαιη. Δεν είναι όμως μόνο χαρά. Είναι θέληση ζωής ενός ολόκληρου Λαού.
Η Μάχη, όργανο του εαμικού κόμματος ΣΚ-ΕΛΔ, Σάββατο 14 Οκτωβρίου 1944